ιατροχημεία

ιατροχημεία
Όρος που αποδιδόταν στη χημεία των θεραπευτικών ουσιών κατά την περίοδο της Αναγέννησης. Βλ. λ. χημεία.
* * *
η
1. η εφαρμογή τής χημείας στην ιατρική για θεραπευτικούς σκοπούς
2. η εξήγηση τών φυσιολογικών και παθολογικών φαινομένων ως καθαρώς χημικών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. iatrochimie < iatro- (πρβλ. ιατρός) + chimie (πρβλ. χημεία). Η λ. μαρτυρείται από το 1869 στον Ιω. Αλεξανδρίδη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • βιολογία — Επιστήμη που ερευνά τους γενικούς νόμους που διέπουν τη ζωή. Ο όρος χρησιμοποιείται άλλοτε με την έννοια της επιστήμης που ερευνά τις σχέσεις μεταξύ των ζωντανών οργανισμών και του περιβάλλοντός τους και άλλοτε με την έννοια της επιστήμης που… …   Dictionary of Greek

  • ιατροχημικός — ή, ό 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην ιατροχημεία 2. το αρσ. ως ουσ. ο ιατροχημικός α) γιατρός και χημικός συγχρόνως β) γιατρός που εφαρμόζει τα πορίσματα τής χημείας για θεραπευτικούς σκοπούς γ) γιατρός που εξηγεί τις ζωικές λειτουργίες ως… …   Dictionary of Greek

  • ιατρός — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν ήρωας της αρχαίας Αθήνας ο οποίος είχε θεραπευτικές ιδιότητες. Επονομαζόταν ο εν άστει για να διακρίνεται από τον εν Μαραθώνι, που λατρευόταν στην Ελευσίνα και ήταν γνωστός και με το όνομα Αριστόμαχος. Το ιερό του Ι.… …   Dictionary of Greek

  • χημιατρεία — η, Ν η ιατροχημεία. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. chemiatric < νεολατ. chemiatria (< χημεία + ιατρός)] …   Dictionary of Greek

  • Σύντενχαμ, Τόμας — (Sydenham, Γουίντφορντ, Ιγκλ 1624 – Λονδίνο 1689). Άγγλος γιατρός. Είχε μεγάλη επιτυχία όχι μόνο ως γιατρός διαγνωστής, αλλά και θεωρητικός πάνω στην ιατροφυσική και στην ιατροχημεία και υποστήριζε τις θέσεις του Ιπποκράτη πάνω σε ορισμένες… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”